Κρίση πανικού είναι το ξαφνικό αίσθημα έντονου φόβου ή δυσφορίας που συνοδεύεται από σοβαρές σωματικές αντιδράσεις και κορυφώνεται εντός μερικών λεπτών. Εμφανίζεται με ακανόνιστη συχνότητα, που κυμαίνεται από πολλές φορές την ίδια μέρα έως λίγες φορές το χρόνο. Βασικό χαρακτηριστικό της είναι ότι εμφανίζεται χωρίς προειδοποίηση, ενώ συχνά δεν υπάρχει και συγκεκριμένο έναυσμα. Ηλικία έναρξης θεωρείται η εφηβική ηλικία ή η νεαρή ενήλικη ζωή ενώ οι γυναίκες προσβάλλονται συχνότερα.

Εάν οι κρίσεις πανικού επαναλαμβάνονται θα πρέπει να αναζητηθεί η αιτία τους. Οι κρίσεις πανικού μπορεί να χαρακτηρίζουν τη διαταραχή του πανικού αλλά  και να συνοδεύουν άλλες ψυχικές ασθένειες, όπως την αγχώδη διαταραχή, τη διαταραχή του συναισθήματος και της διάθεσης, την ψύχωση και τη χρήση ουσιών. Η διάκριση μεταξύ των καταστάσεων είναι σημαντική για την περαιτέρω αντιμετώπιση. Έτσι, η διαταραχή πανικού διαγιγνώσκεται αν επαναλαμβανόμενες κι απρόσμενες κρίσεις πανικού συμβαίνουν, ενώ ο πάσχων παρουσιάζει έμμονο ενδιαφέρον για αυτές και αλλάζει τη συμπεριφορά του σε μια προσπάθεια να αποφύγει τον παράγοντα που θεωρεί ότι ευθύνεται.

Τουλάχιστον τέσσερα από τα ακόλουθα συμπτώματα συνοδεύουν μια κρίση πανικού: αίσθημα παλμών, πόνος/πλάκωμα στο στήθος, αύξηση της καρδιακής συχνότητας, εφίδρωση, τρόμος, αίσθημα πνιγμού και έλλειψης αέρα, ναυτία ή κοιλιακή δυσφορία, ζάλη, αίσθημα λιποθυμίας, εξάψεις, παραισθήσεις/ μουδιάσματα, αίσθηση ότι χάνεται η επαφή με την πραγματικότητα ή ότι παύεις να είσαι ο εαυτός σου, φόβος ότι χάνεται ο έλεγχος ή ότι «τρελαίνεσαι»,  φόβος θανάτου.

Η ιατρική εκτίμηση των συμπτωμάτων απαιτεί τον αποκλεισμό καταστάσεων με παρόμοια συμπτωματολογία. Έτσι, θα πρέπει να αποκλειστούν ορμονικές διαταραχές(υπερθυρεοειδισμός, φαιοχρωμοκύτωμα, υπερπαραθυρεοειδισμός), καρδιακές νόσοι(αρρυθμίες), πνευμονικές (ΧΑΠ) και νευρολογικές καταστάσεις. Η ίδια η κρίση πανικού δεν είναι απειλητική για τη ζωή. Ωστόσο, μπορεί να επηρεάσει την ποιότητά της, καθώς πολύ συχνά το άτομο νιώθει το φόβο ότι μπορεί να ξανασυμβεί, με αποτέλεσμα να κλείνεται στον εαυτό του ή να αποφεύγει τις κοινωνικές συναναστροφές.

Η αντιμετώπιση μπορεί να χρειαστεί συνδυασμό θεραπευτικών μεθόδων, προσαρμοσμένες στον εκάστοτε ασθενή. Συνήθως, γίνεται συνδυασμός των φαρμάκων(αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης) με ψυχοθεραπείες. Η άσκηση φαίνεται ότι ωφελεί, ενώ και μια σειρά εναλλακτικών και συμπληρωματικών θεραπειών χρησιμοποιείται συχνά.

Σε πρόσφατη μελέτη φάνηκε ότι οι ασθενείς που προσέρχονταν σε τμήμα επειγόντων περιστατικών με κρίση πανικού παρουσίαζαν χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης Β6 και σιδήρου. Τόσο η Β6 όσο και ο σίδηρος συμμετέχουν στη σύνθεση της σεροτονίνης, ενός νευροδιαβιβαστή  του οποίου η έλλειψη μπορεί να  πυροδοτεί τις κρίσεις.  Περαιτέρω μελέτες αναμένονται για να φανεί αν η αναπλήρωση της Β6 και του σιδήρου μπορεί να προλάβει την εμφάνιση των κρίσεων.

Θανάσης Καραμούντζος MD, MSc

Ειδικός Γαστρεντερολόγος

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Panic Disorder (Attack) Curt CackovicSaad NazirRaman Marwaha In: StatPearls [Internet]. Treasure Island (FL): StatPearls Publishing; 2020 Jan.
  2. Diagnosis and Management of Generalized Anxiety Disorder and Panic Disorder in Adults. Amy B LockeNell KirstCameron G Shultz. Am Fam Physician 2015 May 1;91(9):617-24.
  3. Low Serum Concentrations of Vitamin B6 and Iron Are Related to Panic Attack and Hyperventilation Attack. Yasuhito MikawaSatoshi MizobuchiMoritoki EgiKiyoshi Morita. Acta Med Okayama. 2013;67(2):99-104.