Πολλοί σωματικοί, ψυχικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν ρόλο στη δημιουργία της σημερινής «επιδημίας κόπωσης». Πολλοί άνθρωποι έχουν διαταραχές ύπνου ή ορισμένες παθήσεις, (καρκίνοι, ινομυαλγία, θυρεοειδοπάθειες, καρδιακές παθήσεις, σκλήρυνση κατά πλάκας, παχυσαρκία, διαβήτης) που συμβάλλουν στην κόπωση. Διαταραχές ψυχικής υγείας όπως η κατάθλιψη και το άγχος μπορούν επίσης να προκαλέσουν κόπωση. Παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως η έλλειψη ύπνου, το άγχος, η χρήση ουσιών και αλκοόλ, η έλλειψη άσκησης και η ανθυγιεινή διατροφή συμβάλλουν στην εμφάνιση κόπωσης. Τα φάρμακα, είτε χωρίς είτε με ιατρική συνταγή, μπορεί επίσης να προκαλέσουν απώλεια ύπνου ή κακό ύπνο, με αποτέλεσμα τη διαρκή κόπωση.

Ανεξάρτητα ή ως αποτέλεσμα αυτών των ιατρικών καταστάσεων και του τρόπου ζωής μπορεί να υπάρχει έλλειψη βιταμινών ή και μετάλλων. Μια σειρά αιματολογικών εξετάσεων μπορεί να αναδείξει τις ελλείψεις. Εάν ναι, θα πρέπει  να διερευνηθεί η ύπαρξη υποκείμενου νοσήματος και ακολούθως να διορθωθεί το έλλειμμα.

Σε κλινικό επίπεδο έχει παρατηρηθεί ότι άτομα με χαμηλή πρόσληψη βιταμινών και μετάλλων παρουσιάζουν εύκολη κόπωση και αδυναμία συγκέντρωσης και απομνημόνευσης, καταστάσεις που αναστρέφονται μετά την αναπλήρωση των ελλειμμάτων. Οι σοβαρές ελλείψεις βιταμινών και μετάλλων δεν είναι πλέον συχνές, αλλά οι υποκλινικές ή οριακές ανεπάρκειες είναι και μπορεί να έχουν αρνητικές συνέπειες στη σωματική και ψυχική κόπωση, καθώς και στις γνωστικές και ψυχολογικές λειτουργίες.

Τα πολυβιταμινούχα σκευάσματα, ιδιαίτερα αυτά που περιέχουν συμπλέγματα της βιταμίνης Β και βιταμίνη C έχουν δείξει ότι βελτιώνουν σημαντικά την ενέργεια ιδιαίτερα σε ασθενείς που παρουσιάζουν διατροφικά ελλείμματα και θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα πρώτο βήμα στην αντιμετώπιση αυτών των ασθενών.

Παράλληλα θα πρέπει να ελέγχονται τα επίπεδα των εξής βιταμινών:

Σίδηρος: Η έλλειψή του προκαλεί αναιμία και η κόπωση είναι συνήθως το πρώτο της σημάδι. Μια εξέταση αίματος για τη μέτρηση του αριθμού των ερυθρών αιμοσφαιρίων και της ποσότητας αιμοσφαιρίνης μπορεί να αναδείξει την αναιμία, ενώ ο έλεγχος του σιδήρου ορού και των αποθηκών του σιδήρου στον οργανισμό θα δείξει την έλλειψη σιδήρου. Το πρώτο βήμα για να διορθωθούν τα επίπεδα σιδήρου του οργανισμού είναι η λήψη συμπληρωμάτων σιδήρου, ενώ παράλληλα θα πρέπει να διερευνηθεί η αιτία.

Βιταμίνη Β12: Ο οργανισμός χρειάζεται τη βιταμίνη Β12 για να παράγει ερυθρά αιμοσφαίρια. Έτσι, μια ανεπάρκεια σε αυτή τη βιταμίνη μπορεί επίσης να προκαλέσει αναιμία. Οι κύριες πηγές Β12 είναι το κρέας και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, έτσι πολλοί άνθρωποι παίρνουν την απαιτούμενη ποσότητα μόνο μέσω της διατροφής. Ωστόσο, γίνεται πιο δύσκολο για το σώμα να απορροφήσει τη Β12 με την πάροδο της ηλικίας και όταν υπάρχουν ορισμένες ασθένειες. Πολλοί χορτοφάγοι και vegan έχουν έλλειψη σε Β12 επειδή δεν τρώνε κρέας ή γαλακτοκομικά. Όταν η ανεπάρκεια Β12 σχετίζεται με τη διατροφή, τα συμπληρώματα από το στόμα και οι διατροφικές αλλαγές για την αύξηση της πρόσληψης Β12 συνήθως λύνουν το πρόβλημα.

Βιταμίνη D: Ένα έλλειμμα αυτής της βιταμίνης μπορεί να μειώσει τη δύναμη των οστών και των μυών. Αυτή η βιταμίνη είναι μοναδική στο ότι ο οργανισμός την  παράγει όταν το δέρμα εκτίθεται στο ηλιακό φως, ενώ δεν υπάρχουν πολλές φυσικές πηγές από τα τρόφιμα. Βρίσκεται σε ορισμένα είδη ψαριών (όπως ο τόνος και ο σολομός) και σε εμπλουτισμένα προϊόντα όπως τα δημητριακά πρωινού. Τα συμπληρώματα είναι ένας άλλος τρόπος για να διασφαλιστεί η σωστή πρόσληψη βιταμίνης D.

Θανάσης Καραμούντζος MD, MSc

Ειδικός Γαστρεντερολόγος

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Vitamins and Minerals for Energy, Fatigue and Cognition: A Narrative Review of the Biochemical and Clinical Evidence. Anne-Laure Tardy, Etienne PouteauDaniel MarquezCansu YilmazAndrew Scholey. Nutrients. 2020 Jan 16;12(1):228.