Η επίπτωση της έλλειψης βιταμίνης D αυξάνεται παγκοσμίως
Η βιταμίνη D συμμετέχει στην υγεία και την ανάπτυξη των οστών. Αυξάνει την απορρόφηση του ασβεστίου στο έντερο, διατηρεί τις συγκεντρώσεις του ασβεστίου και του φωσφόρου στο αίμα, και επιδρά στα κύτταρα των οστών, τους οστεοβλάστες και τους οστεοκλάστες.
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες ωστόσο νέες δράσεις της βιταμίνης D έχουν αποκαλυφθεί. Ρυθμίζει την ανάπτυξη και διαφοροποίηση των κυττάρων του οργανισμού, έχει ρόλο κλειδί στη λειτουργία του ανοσοποιητικού και του νευρικού συστήματος, μειώνει το οξειδωτικό στρες, δρα νευροπροστατευτικά, ενισχύει την αντιμικροβιακή άμυνα, έχει αντιφλεγμονώδεις/αντικαρκινικές δράσεις και βοηθάει την ομαλή λειτουργία του καρδιαγγειακού συστήματος.
Οι δράσεις αυτές αποδίδονται στη σύνδεση του ενεργού μεταβολίτη της βιταμίνης D (1,25(OH)2 βιταμίνη D) με ειδικό υποδοχέα που βρίσκεται σε σχεδόν όλα τα κύτταρα του ανθρώπινου σώματος.
Ωστόσο η επίπτωση της έλλειψης βιταμίνης D συνεχώς αυξάνεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Εκτιμάται ότι ένας στους δύο ανθρώπους έχει χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D προκαλώντας προβλήματα στην εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων του οργανισμού.
Το 80% της βιταμίνης συντίθεται από την έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, ενώ για το υπόλοιπο βασιζόμαστε στη διατροφή και στα συμπληρώματα διατροφής. Τα τελευταία είναι πολύ σημαντικά όταν υπάρχει μικρότερη έκθεση στο ηλιακό φως, αδυναμία σύνθεσης της βιταμίνης στο δέρμα ή όταν υπάρχουν καταστάσεις που οδηγούν σε μειωμένη απορρόφηση ή αυξημένη καταστροφή της βιταμίνης D. Τα φυσιολογικά επίπεδα της βιταμίνης [25(OH)D] στο αίμα είναι περίπου 30 ng/mL και το επιθυμητό εύρος από 30-60 ng/mL. Το 2011 το Ινστιτούτο της Ιατρικής (ΙΟΜ) πρότεινε την καθημερινή λήψη 600IU βιταμίνης D για ανθρώπους ηλικίας μικρότερης των 71 ετών που δεν εκτίθενται στον ήλιο. Είναι γνωστό όμως ότι οι ανάγκες του οργανισμού είναι μεγαλύτερες κατά τη διάρκεια της εφηβείας, της εγκυμοσύνης και της γαλουχίας καθώς και σε πολλά νοσήματα. Οι περισσότεροι ειδικοί συνιστούν τα 30 ng/mL ως το κατώτερο επίπεδο για τη διατήρηση της υγείας, κάτι που επιτυγχάνεται σε λίγους με τη λήψη 600IU βιταμίνης.
Σύμφωνα με τις τελευταίες κατευθυντήριες οδηγίες η δόση θα πρέπει να εξατομικεύεται ανάλογα με το φύλο, την ηλικία, τον τόπο και τις συνθήκες διαβίωσης, τις διατροφικές και πολιτισμικές συνήθειες με στόχο τη διατήρηση των επιθυμητών επιπέδων βιταμίνης D στο αίμα(>30 ng/mL). Οι άνθρωποι με ανοιχτό χρώμα δέρματος χρειάζονται 1000 IU βιταμίνης D, για τους μελαχρινούς και τους ηλικιωμένους απαιτείται ελάχιστη πρόσληψη 2000IU/ημέρα, ενώ ακόμα μεγαλύτερες ποσότητες θα χρειαστούν οι «ευαίσθητες» ομάδες. Το ανώτατο ασφαλές όριο πρόσληψης είναι οι 5000 IU/ημέρα.
Θανάσης Καραμούντζος MD, MSc
Ειδικός Γαστρεντερολόγος
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Vitamin D: Classic and Novel Actions. Gil Á, Plaza-Diaz J, Mesa MD. Ann Nutr Metab. 2018;72(2):87-95.
- Calcium and vitamin D in human health: Hype or real? Wimalawansa SJ, Razzaque MS, Al-Daghri NM. J Steroid Biochem Mol Biol. 2018 Jun;180:4-14.
- Vitamin D supplementation guidelines. Pludowski P, Holick MF, Grant WB, Konstantynowicz J. J Steroid Biochem Mol Biol. 2018 Jan;175:125-135.