17 Νοεμβρίου: Παγκόσμια Ημέρα ΧΑΠ
Η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) είναι μία από τις βασικότερες αιτίες νοσηρότητας και θνητότητας παγκοσμίως, που επηρεάζει περίπου το 10% των ατόμων ηλικίας άνω των 40 ετών. Περίπου 65 εκατομμύρια σε παγκόσμιο επίπεδο υπολογίζονται οι πάσχοντες από μέτρια ή σοβαρή νόσο, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό παραμένει αδιάγνωστο, ενώ έως το 2030 αναμένεται να αποτελέσει την τρίτη αιτία θανάτου. Γι’ αυτό η πρόληψη και θεραπεία της νόσου θεωρείται ένα μείζον ζήτημα με σημαντικές κοινωνικο-οικονομικές προεκτάσεις.
Η ΧΑΠ περιλαμβάνει μια ομάδα διαταραχών όπως η απόφραξη των μικρών αεραγωγών- άσθμα, το εμφύσημα και η χρόνια βρογχίτιδα και χαρακτηρίζεται από χρόνια φλεγμονή των αεραγωγών και του πνευμονικού παρεγχύματος με προοδευτικό και μη αναστρέψιμο περιορισμό στην ροή του αέρα. Τα κύρια συμπτώματα είναι η δύσπνοια, ο βήχας και η παραγωγή πτυέλων. Η νόσος χαρακτηρίζεται από εξάρσεις, που συχνά χρειάζονται νοσηλεία και επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα ζωής των ασθενών ενώ παράλληλα επιδεινώνουν την αναπνευστική λειτουργία και αυξάνουν τη θνητότητα.
Ο κύριος παράγοντας κινδύνου για ανάπτυξη ΧΑΠ είναι το κάπνισμα. Ωστόσο, δεν αναπτύσσουν όλοι οι καπνιστές ΧΑΠ, κάτι που υποδηλώνει ότι εμπλέκονται γενετικοί και άλλοι περιβαλλοντικοί παράγοντες όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση, κίνδυνοι που σχετίζονται με το επάγγελμα, λοιμώξεις και το παθητικό κάπνισμα ιδιαίτερα κατά την εγκυμοσύνη και τη βρεφική ηλικία.
Η σωστή αντιμετώπιση θα πρέπει να είναι πολυδιάστατη. Περιλαμβάνει την κατάλληλη συμβατική φροντίδα, τα φάρμακα, αλλαγές στον τρόπο ζωής (διακοπή καπνίσματος, αποφυγή αλλεργιογόνων, φυσική άσκηση, διατροφή), υποστήριξη της ψυχικής υγείας και λήψη συμπληρωμάτων διατροφής.
Το οξειδωτικό στρες συμβάλλει στην ανάπτυξη ΧΑΠ, καθώς υπάρχουν ενδείξεις ότι η ανισορροπία μεταξύ οξειδωτικών και αντιοξειδωτικών ουσιών οδηγεί σε καταστροφή των ιστών, φλεγμονή των αεραγωγών και παθολογικές αντιδράσεις του ανοσοποιητικού. Όσο μεγαλύτερη είναι η συγκέντρωση αντιοξειδωτικών ουσιών στον ορό, τόσο καλύτερη είναι η αναπνευστική λειτουργία, όπως φαίνεται από δείκτες όπως ο FEV1.
Οι αντιοξειδωτικές θεραπείες αναθεωρήθηκαν το 2008 και ξανά το 2013. Και οι δύο αναφορές προτείνουν ότι συγκεκριμένα αντιοξειδωτικά έχουν κλινική χρησιμότητα στη χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια: Οι θειόλες (N-ακετυλ-κυστεΐνη), οι ενεργοποιητές του παράγοντα Nrf2 (σουλφοραφάνη), οι αντιοξειδωτικές βιταμίνες C, Ε και πολυφαινόλες που προέρχονται από τη διατροφή, όπως η κουρκουμίνη και η ρεσβερατρόλη.
Επιπλέον, σε ασθενείς που πάσχουν από άσθμα τα φυσιολογικά επίπεδα βιταμίνης D σχετίζονται με καλύτερο έλεγχο της νόσου και ως εκ τούτου η λήψη βιταμίνης D μπορεί να παίξει κάποιο ρόλο σε μη ελεγχόμενους ασθματικούς με έλλειψη βιταμίνης D. Οι μελέτες δείχνουν ότι η D ενδέχεται να μειώνει τον κίνδυνο σοβαρών υποτροπών.
ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ
Θανάσης Καραμούντζος MD, MSc
Ειδικός Γαστρεντερολόγος
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Nutritional supplementation in patients with chronic obstructive pulmonary disease. Hsieh MJ, Yang TM, Tsai YH. J Formos Med Assoc. 2016 Aug;115(8):595-601.
- Antioxidant therapies in COPD.Rahman I. Int J Chron Obstruct Pulmon Dis. 2006;1(1):15-29.
- Vitamin D for the management of asthma. Martineau AR, Cates CJ, Urashima M, Jensen M, Griffiths AP, Nurmatov U, Sheikh A, Griffiths CJ. Cochrane Database Syst Rev. 2016 Sep 5;9:CD011511.